Το άγχος του αστυνομικού

Το άγχος του αστυνομικού

Ανέκαθεν η Ελληνική Αστυνομία βρισκόταν στο επίκεντρο του κοινωνικού και
πολιτικού ενδιαφέροντος και οι πράξεις ή οι παραλείψεις των στελεχών της
προβάλλονται στα κεντρικά δελτία ειδήσεων και στα πρωτοσέλιδα του έντυπου
και ηλεκτρονικού τύπου.’’Ακραία αστυνομική βία, αυθαιρεσία, κατάχρηση
εξουσίας’’ αποτελούν τους συνήθεις χαρακτηρισμούς από επώνυμους αλλά και
ανώνυμους εκφραστές των δημοκρατικών αρχών και αξιών. Οι αυστηρές
κριτικές και φραστικές καταδίκες των αστυνομικών μέσων και μεθόδων που
χρησιμοποιούνται κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας θα είχαν περισσότερο
νόημα και αξία, αν συνοδεύονταν από μία ουσιαστική και ποιοτική συζήτηση για
τις αντικειμενικές δυσκολίες του αστυνομικού επαγγέλματος και όχι να
καταλήγουν σε στείρα πολιτική αντιπαράθεση και διχασμό της κοινωνίας.
Η δουλειά του αστυνομικού μέσα από πληθώρα διεθνών ερευνών έχει
καταδειχθεί ως ένα ιδιαίτερα στρεσογόνο επάγγελμα που χαρακτηρίζεται από
υψηλά επίπεδα άγχους. Για το άγχος των αστυνομικών ευθύνονται: α) οι
υπηρεσιακοί παράγοντες που σχετίζονται με την οργανωτική δομή του
Αστυνομικού Σώματος και β) 0ι παράγοντες που αναφέρονται στη φύση του
αστυνομικού επαγγέλματος. Η ιεραρχία , οι δύσκολες σχέσεις με τους
ανωτέρους, η έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των συναδέλφων, οι ελλείψεις σε
υλικοτεχνικό εξοπλισμό, η ανεπαρκής εκπαίδευση και ψυχολογική υποστήριξη
από την υπηρεσία, η άδικη και άνιση κατανομή της υπηρεσίας στο προσωπικό
και οι χαμηλές οικονομικές απολαβές αποτελούν τις συνηθέστερες αιτίες
άγχους που αναφέρονται στην οργάνωση της υπηρεσίας.
Η επικινδυνότητα στη φύση του αστυνομικού επαγγέλματος καθορίζεται
από το πλήθος των συμβάντων που καλείται να διαχειριστεί ο αστυνομικός
δεχόμενος πολλές φορές απειλές κατά της σωματικής του ακεραιότητας ακόμα
και της ζωής του. Κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του βιώνει επίσης
εμπειρίες πολλών τραυματικών γεγονότων που είναι έξω από το φάσμα των
συνηθισμένων εμπειριών για τον μέσο άνθρωπο (αυτοκτονίες, τροχαία,
θάνατοι,τρομοκρατικές επιθέσεις, συμπλοκές, ενδοοικογενειακή βία, εμπρησμοί,
φυσικές καταστροφές). Στα περιστατικά που καλείται να καλύψει ο
αστυνομικός θα πρέπει να διαχειριστεί και να αντιμετωπίσει τόσο το άγχος των
θυμάτων όσο και το δικό του άγχος που βιώνει εκείνη τη στιγμή καθώς τα
περισσότερα συμβάντα εμπεριέχουν κίνδυνο, βία και έγκλημα. Η εργασία στην
αστυνομία είναι συνυφασμένη με την κακή πλευρά της ζωής και τα ανθρώπινα
δράματα και πολύ συχνά ο αστυνομικός πρέπει να πάρει γρήγορες και
σημαντικές αποφάσεις από τις οποίες κρίνεται η ασφάλεια και ενίοτε η ζωή
των άλλων ανθρώπων.
Αναπόσπαστο κομμάτι της φύσης του αστυνομικού επαγγέλματος είναι το
κυλιόμενο 24ωρο ωράριο και η αβεβαιότητα του χρόνου εργασίας. Αντίθετα από
τις μηχανές το ανθρώπινο σώμα δεν είναι προγραμματισμένο να εργάζεται όλο
το 24ωρο και να έχει την ίδια απόδοση σε εργασία ακανόνιστου ή εκτεταμένου
ωραρίου. Οι αλλαγές βάρδιας διαταράσσουν το βιολογικό ρολόι και μελέτες
έχουν δείξει ότι επηρεάζουν τη σωματική αλλά και την ψυχική υγεία του
αστυνομικού. Επίσης, επηρεάζεται η οικογενειακή και κοινωνική ζωή του, αφού
απουσιάζει από σημαντικές στιγμές της όπως η παρακολούθηση των παιδιών ,
οι κοινωνικές επαφές και υποχρεώσεις, οι επαφές με τον/την σύντροφο, οι
έξοδοι, η ψυχαγωγία και άλλα.
Μια πολύ σημαντική παράμετρος που αξίζει να αναφερθεί είναι η πεποίθηση
στους περισσότερους αστυνομικούς πως η δουλειά που κάνουν δεν είναι
σημαντική και αναγνωρίσιμη. Αυτή η αντίληψη πηγάζει από τις ανακολουθίες
του νομοθετικού πλαισίου. Με άλλα λόγια ο αστυνομικός κινδυνεύει και
κοπιάζει για να συλλάβει έναν εγκληματία και αυτός αφήνεται ελεύθερος με τις
ευνοϊκές διατάξεις των νόμων. Αν προστεθεί και η σκληρή κριτική από τα ΜΜΕ
και μέρος του κοινωνικού συνόλου, εύλογα δημιουργείται η αίσθηση πως δεν
αναγνωρίζεται η αξία της προσφοράς του.
Αποτελεί επιστημονική παραδοχή πως το στρες συνδέεται με την ψυχική και
σωματική υγεία των εργαζομένων. Ειδικότερα, στο Αστυνομικό Σώμα το άγχος
προκαλεί διάφορες σωματικές ασθένειες όπως καρδιακά προβλήματα,
στομαχικές διαταραχές, σακχαρώτη διαβήτη και παχυσαρκία. Αλλά και σε
ψυχολογικό επίπεδο το στρες στους αστυνομικούς έχει συνδεθεί με αρνητικά
ψυχικά συμπτώματα όπως εξάντληση, κόπωση, ασταθή συμπεριφορά,
καχυποψία, νευρικότητα, αντικοινωνικότητα. Σε υπηρεσιακό επίπεδο οι κακές
εργασιακές συνθήκες προκαλούν αδιαφορία, παραίτηση, αποξένωση από τους
συναδέλφους , συστηματική αποχή από την υπηρεσία και απόφαση για πρόωρη
συνταξιοδότηση. Η επικοινωνία με τους πολίτες κάποιες φορές γίνεται
δυσχερής με συνέπεια την αναποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων
τους και μερικές φορές σε περιστατικά που απαιτείται χρήση βίας οι
αστυνομικοί ασκούν δυσανάλογη και υπερβολική βία.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω είναι βέβαιο πως δεν μπορεί να
αλλάξει η φύση του αστυνομικού επαγγέλματος και να μειωθεί το άγχος στους
αστυνομικούς σε μία περίοδο που το έγκλημα ολοένα και αυξάνεται και μαζί του
και οι απαιτήσεις της κοινωνίας για περισσότερη ασφάλεια. Επιβάλλεται όμως
να γίνουν ουσιαστικές παρεμβάσεις στην οργανωτική δομή του Σώματος αλλά
και μεταστροφή στην αντιμετώπιση του αστυνομικού θεσμού από τον πολιτικό
σύστημα. Απαιτείται λοιπόν συνεχής και ποιοτική εκπαίδευση ανταποκρινόμενη
στις αυξανόμενες απαιτήσεις του επαγγέλματος τόσο σε επιχειρησιακό όσο και
σε ψυχολογικό επίπεδο. Ο αστυνομικός πρέπει να εκπαιδεύεται σε καταστάσεις
αυξημένου άγχους για να μάθει να διαχειρίζεται το άγχος του και να
συμπεριφέρεται στους πολίτες με σύνεση και ψυχραιμία. Από τις κοινωνικές
υπηρεσίες του κράτους θα βοηθούσε πολύ να προσφέρονται σε τακτά χρονικά
διαστήματα ενημέρωση και προγράμματα για θέματα αγχογόνων καταστάσεων
και τεχνικών διαχείρισης του άγχους. Τα κεντρικά ιατρεία της Αστυνομίας καλό
θα ήταν να στελεχωθούν με περισσότερους ψυχολόγους εξειδεικευμένους στο
αστυνομικό επάγγελμα που θα παρακολουθούν τακτικά το αστυνομικό
προσωπικό για πρόληψη των αρνητικών συνεπειών του άγχους και για
εντοπισμό των ψυχωσωματικών συμπτωμάτων που καθιστούν αναγκαία τη
θεραπευτική αντιμετώπιση τους.
Σε επίπεδο διοίκησης είναι αναγκαίο να εφαρμοστεί ανθρωποκεντρική
διαχείριση του προσωπικού με κριτήρια τα χρόνια υπηρεσίας, την ηλικία και την
οικογενειακή κατάσταση του αστυνομικού. Ο κάθε επαγγελματίας θα πρέπει να
τοποθετείται στην κατάλληλη θέση σύμφωνα με τις γνώσεις, δεξιότητες του
αλλά και το βάρος των οικογενειακών αναγκών του.Οι αστυνομικοί δεν πρέπει
να αντιμετωπίζονται ως αριθμοί, αλλά ως άνθρωποι με προβλήματα, αδυναμίες
και ανάγκες. Ο διοικητής, είναι το πρόσωπο ‘’κλειδί’’ για τη μείωση του άγχους
του προσωπικού του λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τα αιτήματα και την
ψυχολογική κατάσταση του. Αξίζει να σημειωθεί πως η μέριμνα του
προισταμένου για εμπέδωση της ομαδικότητας και δημιουργίας καλών σχέσεων
μεταξύ των συναδέλφων μπορεί να έχει θετικές επιδράσεις στην εκτόνωση του
άγχους. Αυτό μπορεί να γίνει με συγκεντρώσεις εντός και εκτός υπηρεσίας
όπου θα συζητιούνται τα προβλήματα και οι τρόποι επίλυσης τους.
Οι αστυνομικοί καθημερινά αντιμετωπίζουν επικίνδυνες και αγχωτικές
καταστάσεις και όσο το έγκλημα αναπτύσσεται και η ψυχολογική και θεσμική
υποστήριξη τους μειώνεται τόσο δυσκολότερη θα είναι η εμπέδωση του
αισθήματος ασφαλείας στους πολίτες και στην κοινωνία. Ο Έλληνας
αστυνομικός , αν και βιώνει τις αντιξοότητες που προαναφέρθηκαν, στέκεται
στο ύψος των περιστάσεων και αντεπεξέρχεται επάξια στις δυσμενείς
συνθήκες που χαρακτηρίζουν το επάγγελμα του. Αποτελεί όμως και ύψιστη
υποχρέωση της πολιτείας και όλου του πολιτικού κόσμου να χαράξουν ενιαία
και κοινή γραμμή για την προστασία και θωράκιση του αστυνομικού θεσμού και
να μην αποτελεί αντικείμενο πολιτικών παιγνιδιών και συμφερόντων.

Αρχ/κας ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΔΗΣ, Μέλος <<ΑΝΑΝΕΩΤΙΚΗ ΔΡΑΣΗ – ΚΙΝΗΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ>>

 

Πρόσφατα άρθρα

ΑΠΟΣΠΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΕΛ.ΑΣ.   (Μέρος Α΄ – Μετακινήσεις και δαπάνες)

ΑΠΟΣΠΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΕΛ.ΑΣ. (Μέρος Α΄ – Μετακινήσεις και δαπάνες)

01/05/2024

Ο ν.4336/14-8-2015 ρυθμίζει, μεταξύ άλλων, διατάξεις που αφορούν σε δαπάνες μετακίνησης προσωπικού διαφόρων κλάδων. Το άρθρο 15 της υποπαραγράφου Δ9 της παραγράφου Δ του άρθρου 2 του εν λόγω νόμου, που αφορούσε στις δαπάνες μετακίνησης προσωπικού Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, όριζε τα εξής:"Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών εντός αποκλειστικής προθεσμίας εννέα (9) μηνών από την έναρξη ισχύος τους παρόντος καθορίζονται το ύψος, οι όροι και οι προϋποθέσεις των δαπανών μετακίνησης εσωτερικού και αποζημίωση εκπαίδευσης των Ε.Δ. και Σ.Α....

Στην περίπτωση μη έκδοσης του ως άνω Π.Δ. , εντός της ανωτέρω προθεσμίας, εφαρμογή έχουν οι διατάξεις αυτού του νόμου."

Ο εν λόγω νόμος προέβλεπε ευνοϊκότερες διατάξεις από αυτές που εφαρμόζονταν στο προσωπικό της ΕΛ.ΑΣ. μέχρι εκείνη την χρονική στιγμή. Η εξέλιξη την πραγμάτων ήταν να μην εκδοθεί το Π.Δ. εντός εννέα (9) μηνών και, αντί να εφαρμοστεί αυτό που προέβλεπε η ανωτέρω διάταξη, η εκάστοτε κυβέρνηση ανέστειλε την εφαρμογή με νομοθετική ρύθμιση που υπέβαλλε κάθε χρόνο. Αυτό που γνωρίζαμε μέχρι τότε ήταν πως ένα άρθρο ενός νόμου είτε τροποποιείται, είτε αντικαθίσταται, είτε καταργείται.

Τίθεται λοιπόν το ερώτημα εάν η αναστολή είναι εναρμονισμένη με το πνεύμα του Συντάγματος και υπάρχει ισχυρή νομική βάση. Αυτό θα μπορούσε να το έχει διευκρινίσει το ΣΤΕ ή έστω ένας έγκριτος Συνταγματολόγος, εάν είχε προβεί σε κάποια σχετική νομική πρωτοβουλία ή ενέργεια κάποιος συνδικαλιστικός φορέας.

Η μη εφαρμογή του νόμου είχε - και ακόμη έχει- ως αποτέλεσμα μεγάλος αριθμός αστυνομικών που μετακινήθηκε για υπηρεσιακές ανάγκες (μεταναστευτικό ζήτημα κ.τ.λ.) να μην λάβει το ποσό των 40 ευρώ (αντί των 30 περίπου ευρώ που ισχύει) το οποίο αντιστοιχεί στην ημερήσια αποζημίωση για κάλυψη κυρίως των εξόδων διατροφής.

Επίσης, το προσωπικό δεν έλαβε τα ευμενέστερα ποσά που αφορούσαν στα έξοδα διανυκτέρευσης και υποχρεωνόταν με τα ποσά που ίσχυαν (35€ χειμερινή περίοδο, 42€ θερινή περίοδο) να προβαίνει σε συγκατοίκηση κι ας ήταν δεδομένο ότι θα προέκυπταν καθημερινά προβλήματα λόγω της συμβίωσης.

Πέρασαν "μόνο" επτά χρόνια και το 2023 υπήρξε νομοθετική ρύθμιση όπου προέβλεπε την εφαρμογή του ν.4336/2015 με ακόμη ευνοϊκότερες ρυθμίσεις που αφορούσε στα έξοδα διανυκτέρευσης (κατηγορία Ι 100€, κατηγορία ΙΙ 80€ κ.τ.λ.) και στην χιλιομετρική αποζημίωση αλλά όχι στην ημερήσια αποζημίωση.

Έναρξη ισχύος ήταν η 1η Ιανουαρίου 2024 και πριν συμπληρωθούν τέσσερις μήνες (!!!) υποβάλλεται νέα νομοθετική ρύθμιση όπου προβλέπει το ποσό διανυκτέρευσης που αφορά σε αστυνομικούς που θα αποσπαστούν στις Διευθύνσεις Ασφαλείας Αθηνών και Θεσσαλονίκης και Μεταγωγών Δικαστηρίων Αττικής από 1-5-2024 έως 31-8-2024, "ορίζεται κατά ανώτατο όριο μηνιαίως σε 900 ευρώ, κατά παρέκκλιση του άρθρου 37 του ν.5079/2023 (Α215)".

Με αυτήν την ρύθμιση τίθεται ζήτημα διαχωρισμού και διάκρισης εργαζομένων (να λαμβάνουν διαφορετικό ποσό για έξοδα διανυκτέρευσης όταν είναι αποσπασμένοι στην ίδια Γενική Διεύθυνση, στην ίδια γεωγραφική περιοχή με τα ίδια διαθέσιμα καταλύματα, με μόνο κριτήριο σε ποια υπηρεσία έχουν αποσπαστεί) και εγείρει νομικό θέμα που πρέπει να απασχολήσει τους νομικούς συμβούλους των συνδικαλιστικών φορέων καθώς επίσης να εξεταστεί σε νομική και συνταγματική βάση και η αναφερόμενη στην εν λόγω ρύθμιση διατύπωση "κατά παρέκκλιση". Επιπλέον, τα 900 ευρώ αντιστοιχούν σε 30 ευρώ ημερησίως δηλαδή λιγότερα και από αυτά που ίσχυαν πριν το 2023!

Ενημερώνουμε λοιπόν τους αρμόδιους ότι μετά από μια σύντομη έρευνα που αφορά στην Θεσσαλονίκη, ΔΕΝ υπάρχει ούτε ΕΝΑ κατάλυμα που να παρέχει διαμονή με 30 ευρώ. Επομένως, ο αποσπασμένος είτε θα επιστρέψει "κατενθουσιασμένος" σε πρακτικές συμβίωσης είτε θα συμπληρώσει από τον μισθό του.

Όλα αυτά πάντως αντιβαίνουν στην κοινή λογική και ο οποιοσδήποτε μπορεί να αντιληφθεί ότι υπάρχει προχειρότητα. Για ποιους λόγους συμβαίνουν όλα αυτά, ας μας τους εξηγήσουν οι υπεύθυνοι μήπως και γίνει κατανοητό.

Αναμένουμε...

Ανθ/μος Φιλάρετος ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ

(μέλος «Ανανεωτική Δράση»)